Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Γαδείραθεν
Γαδειραῖος
Γαδειρίς
Γαδειτάνα
γάδος
γάζα
γάζας
Γαζίτιον
γαζοφυλακέω
γαζοφυλάκιον
γαζοφύλαξ
γαῖα
γαϊάναξ
γαιάοχος
γαϊδάριον
γαιηγενής
γαίηθεν
Γαιήιος
Γαιήϊος
γαιήοχος
γαιηφάγος
View word page
γαζοφύλαξ
a treasurer
ShortDef
a treasurer
Debugging
Headword:
γαζοφύλαξ
Headword (normalized):
γαζοφύλαξ
Headword (normalized/stripped):
γαζοφυλαξ
IDX:
18335
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18336
Key:
Data
{'content': 'a treasurer'}