Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βώριμος
Βῶρος
βωσαρή
βωσίον
βωστρέω
βωτάριον
βωτιάνειρα
βώτωρ
γʹ
γᾶ
γαβαλάν
Γαβίνιος
Γάβιοι
Γαγάτης
γάγγαλος
γαγγαμεύς
γαγγάμη
γάγγαμον
γαγγαμουλκός
Γαγγητικός
γαγγλίον
View word page
γαβαλάν
labourer

ShortDef

labourer

Debugging

Headword:
γαβαλάν
Headword (normalized):
γαβαλάν
Headword (normalized/stripped):
γαβαλαν
IDX:
18308
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18309
Key:

Data

{'content': 'labourer'}