Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βωμόσπειρον
βωρεύς
βώριμος
Βῶρος
βωσαρή
βωσίον
βωστρέω
βωτάριον
βωτιάνειρα
βώτωρ
γʹ
γᾶ
γαβαλάν
Γαβίνιος
Γάβιοι
Γαγάτης
γάγγαλος
γαγγαμεύς
γαγγάμη
γάγγαμον
γαγγαμουλκός
View word page
γʹ
three, third
ShortDef
three, third
Debugging
Headword:
γʹ
Headword (normalized):
γʹ
Headword (normalized/stripped):
γʹ
IDX:
18306
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18307
Key:
Data
{'content': 'three, third'}