Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βωμολοχέω
βωμολοχία
βωμολοχικός
βωμολόχος
βωμονίκης
βωμός
βωμόσπειρον
βωρεύς
βώριμος
Βῶρος
βωσαρή
βωσίον
βωστρέω
βωτάριον
βωτιάνειρα
βώτωρ
γʹ
γᾶ
γαβαλάν
Γαβίνιος
Γάβιοι
View word page
βωσαρή
elephant
ShortDef
elephant
Debugging
Headword:
βωσαρή
Headword (normalized):
βωσαρή
Headword (normalized/stripped):
βωσαρη
IDX:
18300
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18301
Key:
Data
{'content': 'elephant'}