Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βώμιος
βωμίς
βωμίσκος
βωμίστρια
βωμῖτις
βωμοειδής
βωμολόχευμα
βωμολοχεύομαι
βωμολοχέω
βωμολοχία
βωμολοχικός
βωμολόχος
βωμονίκης
βωμός
βωμόσπειρον
βωρεύς
βώριμος
Βῶρος
βωσαρή
βωσίον
βωστρέω
View word page
βωμολοχικός
inclined to ribaldry

ShortDef

inclined to ribaldry

Debugging

Headword:
βωμολοχικός
Headword (normalized):
βωμολοχικός
Headword (normalized/stripped):
βωμολοχικος
IDX:
18292
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18293
Key:

Data

{'content': 'inclined to ribaldry'}