Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βῶλος
βωλοστροφέω
βωλοτόμος
βώλωσις
βωμαίνω
βώμευσις
Βώμιος
βώμιος
βωμίς
βωμίσκος
βωμίστρια
βωμῖτις
βωμοειδής
βωμολόχευμα
βωμολοχεύομαι
βωμολοχέω
βωμολοχία
βωμολοχικός
βωμολόχος
βωμονίκης
βωμός
View word page
βωμίστρια
priestess
ShortDef
priestess
Debugging
Headword:
βωμίστρια
Headword (normalized):
βωμίστρια
Headword (normalized/stripped):
βωμιστρια
IDX:
18285
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18286
Key:
Data
{'content': 'priestess'}