Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βωλάζω
βωλάκιον
βωλάκιος
βῶλαξ
βωληδόν
βωληνή
βωλητάρια
βωλήτης
βωλήτιον
βώλινος
βωλίον
βωλίς
βωλίτης
βωλοειδής
βωλοκοπέω
βωλοκόπος
βωλόκριθον
βωλολογέω
βωλόναι
βωλοποιέω
βωλόπυρος
View word page
βωλίον
lump, clod of earth
ShortDef
lump, clod of earth
Debugging
Headword:
βωλίον
Headword (normalized):
βωλίον
Headword (normalized/stripped):
βωλιον
IDX:
18264
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18265
Key:
Data
{'content': 'lump, clod of earth'}