Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βυννεῖν
βυνοκ[οπία]
Βύρσα
βύρσα
βυρσαίετος
βυρσεῖον
βυρσεύς
βυρσεύω
βυρσικός
βυρσίνη
βύρσινος
βυρσοδεψέω
βυρσοδέψης
βυρσοδέψησις
βυρσοδεψικός
βυρσοδέψιον
βυρσοπαγής
βυρσοπαφλαγών
βυρσοποιός
βυρσοπώλης
βυρσοτενής
View word page
βύρσινος
leathern
ShortDef
leathern
Debugging
Headword:
βύρσινος
Headword (normalized):
βύρσινος
Headword (normalized/stripped):
βυρσινος
IDX:
18222
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18223
Key:
Data
{'content': 'leathern'}