Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βρωμέω
βρώμη
βρωμήεις
βρώμησις
βρωμητής
βρωμολόγος
βρῶμος
βρῶμος2
βρωμώδης
βρωσείω
βρώσιμος
βρῶσις
βρωστήρ
βρωτέος
βρωτήρ
βρωτικός
βρωτός
βρωτύς
βύας
Βυβάσσιος
βυβλία
View word page
βρώσιμος
eatable

ShortDef

eatable

Debugging

Headword:
βρώσιμος
Headword (normalized):
βρώσιμος
Headword (normalized/stripped):
βρωσιμος
IDX:
18171
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18172
Key:

Data

{'content': 'eatable'}