Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βρύω
βρυώδης
βρυωνία
βρῶμα
βρωμάομαι
βρωματίζω
βρωματομιξαπάτη
βρωμέω
βρώμη
βρωμήεις
βρώμησις
βρωμητής
βρωμολόγος
βρῶμος
βρῶμος2
βρωμώδης
βρωσείω
βρώσιμος
βρῶσις
βρωστήρ
βρωτέος
View word page
βρώμησις
braying of an ass
ShortDef
braying of an ass
Debugging
Headword:
βρώμησις
Headword (normalized):
βρώμησις
Headword (normalized/stripped):
βρωμησις
IDX:
18164
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18165
Key:
Data
{'content': 'braying of an ass'}