Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βρυόομαι
βρυοφόρος
Βρυσειαί
βρύσις
βρύσσος
Βρυσωνοθρασυμαχειοληψικέρματος
βρύτεα
βρυτικός
βρύτινος
βρῦτος
βρυχάομαι
βρυχετός
βρυχή
βρυχηδόν
βρυχηθμός
βρύχημα
βρυχητήρ
βρυχητής
βρυχητικός
βρυχιάω
βρύχιος
View word page
βρυχάομαι
to roar, bellow

ShortDef

to roar, bellow

Debugging

Headword:
βρυχάομαι
Headword (normalized):
βρυχάομαι
Headword (normalized/stripped):
βρυχαομαι
IDX:
18143
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18144
Key:

Data

{'content': 'to roar, bellow'}