Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βροχίζω
βροχικός
βρόχιον
βροχίς
βροχμώδης
βρόχος
βρόχω
βροχωτός
βρυάζω
βρυάκτης
βρυαλιγμός
βρυαλίκτης
βρυασμός
βρύγδην
βρυγκός
βρύγμα
βρυγμός
βρύθακες
βρύκω
βρυλλιχίζειν
βρύλλω
View word page
βρυαλιγμός
noise
ShortDef
noise
Debugging
Headword:
βρυαλιγμός
Headword (normalized):
βρυαλιγμός
Headword (normalized/stripped):
βρυαλιγμος
IDX:
18118
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18119
Key:
Data
{'content': 'noise'}