Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βροτοσσόος
βροτοστυγής
βροτοφεγγής
βροτόφηλος
βροτοφθόρος
βροτόω
βροτωφελής
βροῦκος
Βρούτειοι
Βροῦτος
βροχετός
βροχή
βροχθίζω
βρόχθος
βροχθώδης
βροχίζω
βροχικός
βρόχιον
βροχίς
βροχμώδης
βρόχος
View word page
βροχετός
a wetting, rain

ShortDef

a wetting, rain

Debugging

Headword:
βροχετός
Headword (normalized):
βροχετός
Headword (normalized/stripped):
βροχετος
IDX:
18103
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18104
Key:

Data

{'content': 'a wetting, rain'}