Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βροντώδης
βρότειος
βροτοβάμων
βροτόγηρυς
βροτοειδής
βροτόεις
βροτοκέρτης
βροτοκλώστειρα
βροτοκτονέω
βροτοκτόνος
βροτολοιγός
βροτόομαι
βροτόπους
βροτός
βρότος
βροτοσκόπος
βροτοσσόος
βροτοστυγής
βροτοφεγγής
βροτόφηλος
βροτοφθόρος
View word page
βροτολοιγός
plague of man, bane of men
ShortDef
plague of man, bane of men
Debugging
Headword:
βροτολοιγός
Headword (normalized):
βροτολοιγός
Headword (normalized/stripped):
βροτολοιγος
IDX:
18087
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18088
Key:
Data
{'content': 'plague of man, bane of men'}