Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βροντοσκοπία
βροντώδης
βρότειος
βροτοβάμων
βροτόγηρυς
βροτοειδής
βροτόεις
βροτοκέρτης
βροτοκλώστειρα
βροτοκτονέω
βροτοκτόνος
βροτολοιγός
βροτόομαι
βροτόπους
βροτός
βρότος
βροτοσκόπος
βροτοσσόος
βροτοστυγής
βροτοφεγγής
βροτόφηλος
View word page
βροτοκτόνος
man-slaying, homicidal

ShortDef

man-slaying, homicidal

Debugging

Headword:
βροτοκτόνος
Headword (normalized):
βροτοκτόνος
Headword (normalized/stripped):
βροτοκτονος
IDX:
18086
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18087
Key:

Data

{'content': 'man-slaying, homicidal'}