Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βρόκων
βρομέω
βρομιάς
Βρόμιος
βρόμιος
βρόμος
βρόμος2
βροντά
βρονταγωγός
βρονταῖος
βροντάω
βροντεῖον
βροντή
βρόντημα
Βρόντης
βροντησικέραυνος
βροντήσιος
βροντητικός
βροντοκεραυνοπάτωρ
βροντοποιός
βροντοσκοπία
View word page
βροντάω
to thunder
ShortDef
to thunder
Debugging
Headword:
βροντάω
Headword (normalized):
βροντάω
Headword (normalized/stripped):
βρονταω
IDX:
18066
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18067
Key:
Data
{'content': 'to thunder'}