Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Βριτόμαρτις
βρογχεῖον
βρόγχια
βρογχία
βρογχιάζω
βρογχοκήλη
βρογχοκηλικός
βρογχοπαράταξις
βρόγχος
βρογχωτήρ
βροδοδάκτυλος
βρόκων
βρομέω
βρομιάς
Βρόμιος
βρόμιος
βρόμος
βρόμος2
βροντά
βρονταγωγός
βρονταῖος
View word page
βροδοδάκτυλος
rosy-fingered

ShortDef

rosy-fingered

Debugging

Headword:
βροδοδάκτυλος
Headword (normalized):
βροδοδάκτυλος
Headword (normalized/stripped):
βροδοδακτυλος
IDX:
18055
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18056
Key:

Data

{'content': 'rosy-fingered'}