Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βριάω
βρίγκος
βριγχός
βρίζα
βρίζω
βριήπυος
βρῖθος
βριθοσύνη
βριθύκερως
βριθύνοος
βριθύς
βρίθω
βρίκελος
βρικίσματα
βριμάζω
βριμάομαι
βρίμη
βριμόομαι
βριμώ
βριμώδης
βρίμωσις
View word page
βριθύς
weighty, heavy

ShortDef

weighty, heavy

Debugging

Headword:
βριθύς
Headword (normalized):
βριθύς
Headword (normalized/stripped):
βριθυς
IDX:
18028
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18029
Key:

Data

{'content': 'weighty, heavy'}