Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βρία
Βριάρεως
βριαρός
βριαρότης
βριαρόχειρ
βριάω
βρίγκος
βριγχός
βρίζα
βρίζω
βριήπυος
βρῖθος
βριθοσύνη
βριθύκερως
βριθύνοος
βριθύς
βρίθω
βρίκελος
βρικίσματα
βριμάζω
βριμάομαι
View word page
βριήπυος
loud-shouting
ShortDef
loud-shouting
Debugging
Headword:
βριήπυος
Headword (normalized):
βριήπυος
Headword (normalized/stripped):
βριηπυος
IDX:
18023
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18024
Key:
Data
{'content': 'loud-shouting'}