Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βραχυτονέω
βραχύτονος
βραχυτράχηλος
βραχύϋπνος
βραχυφεγγίτης
βραχύφυλλος
βραχυφωνία
βραχύχειρ
βραχυχρόνιος
βραχύωτος
βράχω
βρέβιον
βρέγμα
βρεκεκεκέξ
βρεκτέον
βρεκτός
βρέμω
βρένθειος
βρένθος
βρενθύομαι
βρένθυς
View word page
βράχω
clash, crack, bray

ShortDef

clash, crack, bray

Debugging

Headword:
βράχω
Headword (normalized):
βράχω
Headword (normalized/stripped):
βραχω
IDX:
17984
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17985
Key:

Data

{'content': 'clash, crack, bray'}