Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βραχυστελέχης
βραχύστιχος
βραχυστομία
βραχύστομος
βραχυσυλλαβία
βραχυσύλλαβος
βραχυσύμβολος
βραχυσώματος
βραχυτελής
βραχύτης
βραχυτομέω
βραχύτομος
βραχυτονέω
βραχύτονος
βραχυτράχηλος
βραχύϋπνος
βραχυφεγγίτης
βραχύφυλλος
βραχυφωνία
βραχύχειρ
βραχυχρόνιος
View word page
βραχυτομέω
prune close
ShortDef
prune close
Debugging
Headword:
βραχυτομέω
Headword (normalized):
βραχυτομέω
Headword (normalized/stripped):
βραχυτομεω
IDX:
17972
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17973
Key:
Data
{'content': 'prune close'}