Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βραχύλογος
βραχυμέρεια
βραχύμετρος
βραχυμογής
βραχύνω
βραχύνωτος
βραχυόνειρος
βραχυπαραλήκτως
βραχυπνοέω
βραχύπνοια
βραχύπνοος
βραχύπορος
βραχυπότης
βραχυπότος
βραχύπτερος
βραχύπτολις
βραχυρρεπής
βραχυρρήμων
βραχυρριζία
βραχύρριζος
βραχύς
View word page
βραχύπνοος
short of breath

ShortDef

short of breath

Debugging

Headword:
βραχύπνοος
Headword (normalized):
βραχύπνοος
Headword (normalized/stripped):
βραχυπνοος
IDX:
17946
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17947
Key:

Data

{'content': 'short of breath'}