Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βραχύβωλος
βραχυγνώμων
βραχυγραφέω
βραχυδάκτυλος
βραχύδρομος
βραχυέπεια
βραχυῆλιξ
βραχυκατάληκτος
βραχυκέφαλος
βραχυκίνητος
βραχυκομέω
βραχυκωλία
βραχύκωλος
βραχυλογέω
βραχυλογητέον
βραχυλογία
βραχύλογος
βραχυμέρεια
βραχύμετρος
βραχυμογής
βραχύνω
View word page
βραχυκομέω
wear short hair
ShortDef
wear short hair
Debugging
Headword:
βραχυκομέω
Headword (normalized):
βραχυκομέω
Headword (normalized/stripped):
βραχυκομεω
IDX:
17930
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17931
Key:
Data
{'content': 'wear short hair'}