Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βράστης
βραυκανάομαι
Βραυρών
βράχεα
βραχεῖν
βραχιάλιον
βραχιόνιον
βραχιονιστήρ
βραχίων
βράχος
βραχυβάμων
βραχύβιος
βραχυβιότης
βραχυβλαβής
βραχύβωλος
βραχυγνώμων
βραχυγραφέω
βραχυδάκτυλος
βραχύδρομος
βραχυέπεια
βραχυῆλιξ
View word page
βραχυβάμων
taking short steps

ShortDef

taking short steps

Debugging

Headword:
βραχυβάμων
Headword (normalized):
βραχυβάμων
Headword (normalized/stripped):
βραχυβαμων
IDX:
17916
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17917
Key:

Data

{'content': 'taking short steps'}