Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βράσμα
βρασμός
βράσσω
βραστέον
βραστήρ
βράστης
βραυκανάομαι
Βραυρών
βράχεα
βραχεῖν
βραχιάλιον
βραχιόνιον
βραχιονιστήρ
βραχίων
βράχος
βραχυβάμων
βραχύβιος
βραχυβιότης
βραχυβλαβής
βραχύβωλος
βραχυγνώμων
View word page
βραχιάλιον
bracelet

ShortDef

bracelet

Debugging

Headword:
βραχιάλιον
Headword (normalized):
βραχιάλιον
Headword (normalized/stripped):
βραχιαλιον
IDX:
17911
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17912
Key:

Data

{'content': 'bracelet'}