Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βράκετον
βράκος
Βρασίδας
Βρασίδειος
βράσις
βράσμα
βρασμός
βράσσω
βραστέον
βραστήρ
βράστης
βραυκανάομαι
Βραυρών
βράχεα
βραχεῖν
βραχιάλιον
βραχιόνιον
βραχιονιστήρ
βραχίων
βράχος
βραχυβάμων
View word page
βράστης
upheaving the earth vertically
ShortDef
upheaving the earth vertically
Debugging
Headword:
βράστης
Headword (normalized):
βράστης
Headword (normalized/stripped):
βραστης
IDX:
17906
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17907
Key:
Data
{'content': 'upheaving the earth vertically'}