Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βράζω
βράθυ
βράκαι
βράκανα
βράκετον
βράκος
Βρασίδας
Βρασίδειος
βράσις
βράσμα
βρασμός
βράσσω
βραστέον
βραστήρ
βράστης
βραυκανάομαι
Βραυρών
βράχεα
βραχεῖν
βραχιάλιον
βραχιόνιον
View word page
βρασμός
boiling up

ShortDef

boiling up

Debugging

Headword:
βρασμός
Headword (normalized):
βρασμός
Headword (normalized/stripped):
βρασμος
IDX:
17902
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17903
Key:

Data

{'content': 'boiling up'}