Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βραδυβάμων
βραδυβουλία
βραδύγαμος
βραδυγενής
βραδύγλωσσος
βραδυδινής
βραδυήκοος
βραδυθάνατος
βραδύκαρπος
βραδυκατάφορος
βραδυκίνητος
βραδυκρίσιμος
βραδυλογία
βραδυμαθής
βραδύνοια
βραδύνοος
βραδύνω
βραδυπειθής
βραδυπεπτέω
βραδύπεπτος
βραδυπεψία
View word page
βραδυκίνητος
slow-moving
ShortDef
slow-moving
Debugging
Headword:
βραδυκίνητος
Headword (normalized):
βραδυκίνητος
Headword (normalized/stripped):
βραδυκινητος
IDX:
17869
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17870
Key:
Data
{'content': 'slow-moving'}