Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βράγχος
βραγχώδης
βραδυανάφορος
βραδυβάμων
βραδυβουλία
βραδύγαμος
βραδυγενής
βραδύγλωσσος
βραδυδινής
βραδυήκοος
βραδυθάνατος
βραδύκαρπος
βραδυκατάφορος
βραδυκίνητος
βραδυκρίσιμος
βραδυλογία
βραδυμαθής
βραδύνοια
βραδύνοος
βραδύνω
βραδυπειθής
View word page
βραδυθάνατος
dying slowly
ShortDef
dying slowly
Debugging
Headword:
βραδυθάνατος
Headword (normalized):
βραδυθάνατος
Headword (normalized/stripped):
βραδυθανατος
IDX:
17866
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17867
Key:
Data
{'content': 'dying slowly'}