Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βουφόνος
βουφορβέω
βουφόρβια
βουφορβός
βουχανδής
βούχιλος
βοώδης
βοών
βοωνέω
βοώνης
βοώνητος
βοωνία
βοῶπις
βοωτέω
βοώτης
Βοώτης
βοωτία
βόωψ
βραβεία
βραβεῖον
βράβευμα
View word page
βοώνητος
purchased with an ox

ShortDef

purchased with an ox

Debugging

Headword:
βοώνητος
Headword (normalized):
βοώνητος
Headword (normalized/stripped):
βοωνητος
IDX:
17835
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17836
Key:

Data

{'content': 'purchased with an ox'}