Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βούτομον
Βουτράγιος
βούτραγος
βουτραγοταυράνθρωπος
βουτροφία
βουτρόφος
βουτύπος
βουτύρινος
βούτυρον
βουτυροφάγος
βουφάγος
βούφθαλμον
βούφθαλμος
βουφονέω
Βουφόνια
βουφόνος
βουφορβέω
βουφόρβια
βουφορβός
βουχανδής
βούχιλος
View word page
βουφάγος
ox-eating

ShortDef

ox-eating

Debugging

Headword:
βουφάγος
Headword (normalized):
βουφάγος
Headword (normalized/stripped):
βουφαγος
IDX:
17820
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17821
Key:

Data

{'content': 'ox-eating'}