Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βούσταθμον
βουστάς
βουστάσιον
βούστασις
βουστροφηδόν
βουστρόφος
βούστροφος
βούσυκον
βουσφαγέω
βούταλις
βούτης
βούτιμος
βοῦτις
βούτομον
Βουτράγιος
βούτραγος
βουτραγοταυράνθρωπος
βουτροφία
βουτρόφος
βουτύπος
βουτύρινος
View word page
βούτης
a herdsman
ShortDef
a herdsman
Debugging
Headword:
βούτης
Headword (normalized):
βούτης
Headword (normalized/stripped):
βουτης
IDX:
17807
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17808
Key:
Data
{'content': 'a herdsman'}