Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βουπελάτης
βουπλανόκτιστος
βουπλάστης
βούπλευρος
βουπληθής
βούπληκτρος
βουπλήξ
βουποίμην
βουπόλος
βουπομπός
βουπόρος
Βουπράσιος
βουπρηόνες
βούπρηστις
βουπρόσωπος
βούπρῳρος
βουργάριος
βουρδών
βουριχάλλιον
βούρυγχος
βοῦς
View word page
βουπόρος
ox-piercing
ShortDef
ox-piercing
Debugging
Headword:
βουπόρος
Headword (normalized):
βουπόρος
Headword (normalized/stripped):
βουπορος
IDX:
17783
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17784
Key:
Data
{'content': 'ox-piercing'}