Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βουμελία
βουμέτρης
βουμολγός
βούμυκοι
βουνιάς
βουνίζω
βούνιον
βοῦνις
βουνίτης
βουνοβατέω
βουνοειδής
βουνομέω
βουνομία
βούνομος
βουνόμος
βουνός
βουνώδης
βούπαις
Βουπάλειος
βούπαλις
βουπάμων
View word page
βουνοειδής
hilly
ShortDef
hilly
Debugging
Headword:
βουνοειδής
Headword (normalized):
βουνοειδής
Headword (normalized/stripped):
βουνοειδης
IDX:
17762
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17763
Key:
Data
{'content': 'hilly'}