Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βούλλα
βουλογραφία
βούλομαι
βουλόμαχος
βουλύσιος
βουλυτόνδε
βουλυτός
βουμανές
βούμασθος
βουμελία
βουμέτρης
βουμολγός
βούμυκοι
βουνιάς
βουνίζω
βούνιον
βοῦνις
βουνίτης
βουνοβατέω
βουνοειδής
βουνομέω
View word page
βουμέτρης
official in charge of sacrifices

ShortDef

official in charge of sacrifices

Debugging

Headword:
βουμέτρης
Headword (normalized):
βουμέτρης
Headword (normalized/stripped):
βουμετρης
IDX:
17753
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17754
Key:

Data

{'content': 'official in charge of sacrifices'}