Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βουλαχέω
βουλεία
βουλεκκλησία
βούλευμα
βουλευμάτιον
βούλευσις
βουλευτέον
βουλευτήριον
βουλευτήριος
βουλευτής
βουλευτικός
βουλευτός
βουλεύω
βουλή
βουληγορέω
βουληγορία
βουληγόρος
βουλήεις
βούλημα
βουλημάτιον
βούλησις
View word page
βουλευτικός
of or for the council, able to deliberate

ShortDef

of or for the council, able to deliberate

Debugging

Headword:
βουλευτικός
Headword (normalized):
βουλευτικός
Headword (normalized/stripped):
βουλευτικος
IDX:
17724
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17725
Key:

Data

{'content': 'of or for the council, able to deliberate'}