Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βούλαρχος
βουλαχέω
βουλεία
βουλεκκλησία
βούλευμα
βουλευμάτιον
βούλευσις
βουλευτέον
βουλευτήριον
βουλευτήριος
βουλευτής
βουλευτικός
βουλευτός
βουλεύω
βουλή
βουληγορέω
βουληγορία
βουληγόρος
βουλήεις
βούλημα
βουλημάτιον
View word page
βουλευτής
a councillor, senator

ShortDef

a councillor, senator

Debugging

Headword:
βουλευτής
Headword (normalized):
βουλευτής
Headword (normalized/stripped):
βουλευτης
IDX:
17723
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17724
Key:

Data

{'content': 'a councillor, senator'}