Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βουλά
βουλαῖος
βουλάπαθον
βουλαρχέω
βουλαρχία
βούλαρχος
βουλαχέω
βουλεία
βουλεκκλησία
βούλευμα
βουλευμάτιον
βούλευσις
βουλευτέον
βουλευτήριον
βουλευτήριος
βουλευτής
βουλευτικός
βουλευτός
βουλεύω
βουλή
βουληγορέω
View word page
βουλευμάτιον
dim. of βουλεύμα, plan

ShortDef

dim. of βουλεύμα, plan

Debugging

Headword:
βουλευμάτιον
Headword (normalized):
βουλευμάτιον
Headword (normalized/stripped):
βουλευματιον
IDX:
17718
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17719
Key:

Data

{'content': 'dim. of βουλεύμα, plan'}