Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βουκινίζω
βουκολεῖον
βουκολέω
βουκόλημα
βουκόλησις
βουκολητής
βουκολία
βουκολιάζομαι
βουκολιασμός
βουκολιαστής
Βουκολίδης
βουκολικός
βουκόλιον
βουκολίς
βουκολίσκος
Βουκολίων
βουκόλος
βουκονιστήριον
βουκόρυζα
βουκόρυζος
βουκράνιον
View word page
Βουκολίδης
son of Bucolus , Sphelus

ShortDef

son of Bucolus , Sphelus

Debugging

Headword:
Βουκολίδης
Headword (normalized):
βουκολίδης
Headword (normalized/stripped):
βουκολιδης
IDX:
17696
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17697
Key:

Data

{'content': 'son of Bucolus , Sphelus'}