Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βουκαῖος
βουκάπη
βουκάπηλος
βουκαρδία
βούκελλα
βουκέντης
βούκεντρον
βούκερως
βουκεφάλιον
βουκέφαλος
βουκινίζω
βουκολεῖον
βουκολέω
βουκόλημα
βουκόλησις
βουκολητής
βουκολία
βουκολιάζομαι
βουκολιασμός
βουκολιαστής
Βουκολίδης
View word page
βουκινίζω
blow the trumpet

ShortDef

blow the trumpet

Debugging

Headword:
βουκινίζω
Headword (normalized):
βουκινίζω
Headword (normalized/stripped):
βουκινιζω
IDX:
17686
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17687
Key:

Data

{'content': 'blow the trumpet'}