Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βουθυσία
βουθυτέω
βούθυτος
Βουίανον
βουκαῖος
βουκάπη
βουκάπηλος
βουκαρδία
βούκελλα
βουκέντης
βούκεντρον
βούκερως
βουκεφάλιον
βουκέφαλος
βουκινίζω
βουκολεῖον
βουκολέω
βουκόλημα
βουκόλησις
βουκολητής
βουκολία
View word page
βούκεντρον
ox-goad

ShortDef

ox-goad

Debugging

Headword:
βούκεντρον
Headword (normalized):
βούκεντρον
Headword (normalized/stripped):
βουκεντρον
IDX:
17682
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17683
Key:

Data

{'content': 'ox-goad'}