Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βουβωνιασκόπος
βουβωνιάω
βουβωνίσκος
βουβωνοειδής
βουβωνοκήλη
βουβωνόομαι
βουβωνοφύλαξ
βουγάϊος
βούγλωσσον
βούγλωσσος
βουγονής
Βούδειον
βουδεψήϊον
Βουδῖνοι
βουδόκος
βουδόρος
βουδύτης
βουζύγης
βουζύγιος
βουθερής
βουθοίνης
View word page
βουγονής
born of an ox
ShortDef
born of an ox
Debugging
Headword:
βουγονής
Headword (normalized):
βουγονής
Headword (normalized/stripped):
βουγονης
IDX:
17659
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17660
Key:
Data
{'content': 'born of an ox'}