Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βοτανισμός
βοτανολογέω
βοτανολογία
βοτανολόγος
βοτανώδης
βότειος
βοτήρ
βοτηρικός
βότις
βοτόν
βοτρεύς
βοτρύδιον
βοτρυδόν
βοτρυηρός
βοτρυηφόρος
βοτρύϊος
βοτρυΐτης
βοτρυόδωρος
βοτρυοειδής
βοτρυόεις
βοτρυόκοσμος
View word page
βοτρεύς
vintager

ShortDef

vintager

Debugging

Headword:
βοτρεύς
Headword (normalized):
βοτρεύς
Headword (normalized/stripped):
βοτρευς
IDX:
17605
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17606
Key:

Data

{'content': 'vintager'}