Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βοτανηφόρος
βοτανίζω
βοτανικός
βοτανισμός
βοτανολογέω
βοτανολογία
βοτανολόγος
βοτανώδης
βότειος
βοτήρ
βοτηρικός
βότις
βοτόν
βοτρεύς
βοτρύδιον
βοτρυδόν
βοτρυηρός
βοτρυηφόρος
βοτρύϊος
βοτρυΐτης
βοτρυόδωρος
View word page
βοτηρικός
of or for a herdsman

ShortDef

of or for a herdsman

Debugging

Headword:
βοτηρικός
Headword (normalized):
βοτηρικός
Headword (normalized/stripped):
βοτηρικος
IDX:
17602
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17603
Key:

Data

{'content': 'of or for a herdsman'}