Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βοτάνη
βοτάνηθεν
βοτανηφάγος
βοτανηφόρος
βοτανίζω
βοτανικός
βοτανισμός
βοτανολογέω
βοτανολογία
βοτανολόγος
βοτανώδης
βότειος
βοτήρ
βοτηρικός
βότις
βοτόν
βοτρεύς
βοτρύδιον
βοτρυδόν
βοτρυηρός
βοτρυηφόρος
View word page
βοτανώδης
herbaceous
ShortDef
herbaceous
Debugging
Headword:
βοτανώδης
Headword (normalized):
βοτανώδης
Headword (normalized/stripped):
βοτανωδης
IDX:
17599
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17600
Key:
Data
{'content': 'herbaceous'}