Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βοστρύχιον
βοστρυχίτης
βοστρυχοειδής
βόστρυχος
βοστρυχώδης
βοτάμια
βοτάνα
βοτάνη
βοτάνηθεν
βοτανηφάγος
βοτανηφόρος
βοτανίζω
βοτανικός
βοτανισμός
βοτανολογέω
βοτανολογία
βοτανολόγος
βοτανώδης
βότειος
βοτήρ
βοτηρικός
View word page
βοτανηφόρος
herb-bearing
ShortDef
herb-bearing
Debugging
Headword:
βοτανηφόρος
Headword (normalized):
βοτανηφόρος
Headword (normalized/stripped):
βοτανηφορος
IDX:
17592
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17593
Key:
Data
{'content': 'herb-bearing'}