Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βόσκω
βόσμορον
Βοσπορανοί
Βοσπόριος
Βοσπορίτης
Βόσπορος
βόσπορος
βοστρυχηδόν
βοστρυχίζω
βοστρύχιον
βοστρυχίτης
βοστρυχοειδής
βόστρυχος
βοστρυχώδης
βοτάμια
βοτάνα
βοτάνη
βοτάνηθεν
βοτανηφάγος
βοτανηφόρος
βοτανίζω
View word page
βοστρυχίτης
made from pressed grapes

ShortDef

made from pressed grapes

Debugging

Headword:
βοστρυχίτης
Headword (normalized):
βοστρυχίτης
Headword (normalized/stripped):
βοστρυχιτης
IDX:
17583
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17584
Key:

Data

{'content': 'made from pressed grapes'}