Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βοσκηματώδης
βόσκησις
βοσκητέον
βοσκήτωρ
βοσκός
βόσκω
βόσμορον
Βοσπορανοί
Βοσπόριος
Βοσπορίτης
Βόσπορος
βόσπορος
βοστρυχηδόν
βοστρυχίζω
βοστρύχιον
βοστρυχίτης
βοστρυχοειδής
βόστρυχος
βοστρυχώδης
βοτάμια
βοτάνα
View word page
Βόσπορος
Bosporus
ShortDef
Bosporus
ox-ford
Debugging
Headword:
Βόσπορος
Headword (normalized):
βόσπορος
Headword (normalized/stripped):
βοσπορος
IDX:
17578
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17579
Key:
Data
{'content': 'Bosporus'}