Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βοσκή
βόσκημα
βοσκηματώδης
βόσκησις
βοσκητέον
βοσκήτωρ
βοσκός
βόσκω
βόσμορον
Βοσπορανοί
Βοσπόριος
Βοσπορίτης
Βόσπορος
βόσπορος
βοστρυχηδόν
βοστρυχίζω
βοστρύχιον
βοστρυχίτης
βοστρυχοειδής
βόστρυχος
βοστρυχώδης
View word page
Βοσπόριος
of the Bosporus
ShortDef
of the Bosporus
Debugging
Headword:
Βοσπόριος
Headword (normalized):
βοσπόριος
Headword (normalized/stripped):
βοσποριος
IDX:
17576
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17577
Key:
Data
{'content': 'of the Bosporus'}