Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Βορυσθένης
Βορυσθενίτης
βόσις
βοσκάδιος
βοσκάς
βοσκεών
βοσκή
βόσκημα
βοσκηματώδης
βόσκησις
βοσκητέον
βοσκήτωρ
βοσκός
βόσκω
βόσμορον
Βοσπορανοί
Βοσπόριος
Βοσπορίτης
Βόσπορος
βόσπορος
βοστρυχηδόν
View word page
βοσκητέον
one must feed

ShortDef

one must feed

Debugging

Headword:
βοσκητέον
Headword (normalized):
βοσκητέον
Headword (normalized/stripped):
βοσκητεον
IDX:
17570
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17571
Key:

Data

{'content': 'one must feed'}